lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκύβω στα σουηδικά

Λέξη:
σκύβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (14):
bocka, bräcka, bukt, bukta, bända, båge, böja, böjt, kröka, kurva, luta, slutta, veck, vika
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά σκύβω, σκύβω το κεφάλι, σκύβω στα αγγλικά, σκύβω και προσκυνώ το λείψανο σου ελλάδα, σκύβω εκεί κάθε βράδυ, σκύβω english, σκύβω στα σουηδικά, bocka στα ελληνικά
σκύβω στα σουηδικά