lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλύπτω στα πολωνική

Λέξη:
καλύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
przykrycie, zakrywać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική καλύπτω, καλύπτω τούρτα με ζαχαρόπαστα, καλύπτω το κενό, καλύπτω τα νώτα μου, καλύπτω συνωνυμα, καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω στα πολωνική, przykrycie στα ελληνικά
καλύπτω στα πολωνική