lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καλύπτω στα τσεχική

Λέξη:
καλύπτω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (21):
deka, hradit, kryt, krytí, obal, pokrýt, pokrývat, potáhnout, překlenout, přikrýt, přikrývka, skrýt, uhradit, ujet, ujít, ukrýt, zahalit, zaklopit, zakrýt, zastřít, úhrada
Σχετικές λέξεις:
τσεχική καλύπτω, καλύπτω τούρτα με ζαχαρόπαστα, καλύπτω το κενό, καλύπτω τα νώτα μου, καλύπτω συνωνυμα, καλύπτω στα αγγλικά, καλύπτω στα τσεχική, deka στα ελληνικά
καλύπτω στα τσεχική