lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οριοθετώ στα πολωνική

Λέξη:
οριοθετώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
ograniczać, wytyczać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική οριοθετώ, υιοθετώ συνώνυμο, υιοθετώ στα αγγλικά, οριοθετώ συνώνυμα, οριοθετώ english, οριοθετώ στα πολωνική, ograniczać στα ελληνικά
οριοθετώ στα πολωνική