lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στιφάδο στα πολωνική

Λέξη:
στιφάδο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πολωνική στιφάδο, στιφάδο χταπόδι, στιφάδο μοσχαράκι, στιφάδο με μοσχάρι, στιφάδο με μανιτάρια, στιφάδο κουνέλι συνταγή, στιφάδο στα πολωνική, potrawka στα ελληνικά
στιφάδο στα πολωνική