lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανάβω στα τσεχική

Λέξη:
ανάβω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (15):
podnítit, podpálit, připálit, rozdmýchat, roznítit, rozněcovat, rozpálit, rozsvítit, rozžehnout, svítit, vznítit, zanítit, zapalovat, zapálit, zažehnout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ανάβω, ανάβω όλα τα φωτα, ανάβω φωτιά, ανάβω μια φωτιά, ανάβω με τσιγάρα στίχοι, ανάβω με τσιγάρα, ανάβω στα τσεχική, podnítit στα ελληνικά
ανάβω στα τσεχική