εγκάρδιος στα αγγλικά εγκάρδιος στα τσεχική εγκάρδιος στα γερμανικά εγκάρδιος στα δανική εγκάρδιος στα ισπανικά εγκάρδιος στα γαλλικά εγκάρδιος στα ιταλικά εγκάρδιος στα νορβηγικά εγκάρδιος στα ρωσικά εγκάρδιος στα σουηδικά εγκάρδιος στα λευκορωσίας εγκάρδιος στα εσθονική εγκάρδιος στα φινλανδικά εγκάρδιος στα κροατικά εγκάρδιος στα ουγγρική εγκάρδιος στα λιθουανική εγκάρδιος στα ουκρανικά εγκάρδιος στα πολωνική
εφημερίδα στα ισπανικά επιθυμία στα νορβηγικά δώρο στα ουγγρική διαφημίζω στα τσεχική στιλβώνω στα γερμανικά
επιθυμία συνώνυμο διαφημίζω αγγλικά εφημερίδα ελευθερία δώρο χριστουγέννων