lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εδραιώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
εδραιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (6):
consolidar, amplificar, confortar, fortalecer, fortificar, intensificar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά εδραιώνω, εδραιώνω στα αγγλικα, εδραιώνω σημασια, εδραιώνω ορισμος, εδραιώνω μεταφραση, εδραιώνω λεξικο, εδραιώνω στα πορτογαλικά, consolidar στα ελληνικά
εδραιώνω στα πορτογαλικά