lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εδραιώνω στα τσεχική

Λέξη:
εδραιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (24):
konsolidovat, opevnit, opevňovat, osvěžit, oživit, posilnit, posilovat, posílit, povzbudit, přiostřit, rozšířit, sílit, upevnit, upevňovat, utvrdit, utvrzovat, vyztužit, vzpružit, zesilovat, zesílit, zpevnit, zveličit, zveličovat, zvětšovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική εδραιώνω, εδραιώνω στα αγγλικα, εδραιώνω σημασια, εδραιώνω ορισμος, εδραιώνω μεταφραση, εδραιώνω λεξικο, εδραιώνω στα τσεχική, konsolidovat στα ελληνικά
εδραιώνω στα τσεχική