lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συρρέω στα πορτογαλικά

Λέξη:
συρρέω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
aplacar, prensar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συρρέω, συρρέω στα πορτογαλικά, aplacar στα ελληνικά
συρρέω στα πορτογαλικά