lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θλίβομαι στα ρωσικά

Λέξη:
θλίβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
огорчать, печалить, расстраивать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά θλίβομαι, θλίβομαι στα ρωσικά, огорчать στα ελληνικά
θλίβομαι στα ρωσικά