lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θλίβομαι στα γαλλικά

Λέξη:
θλίβομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (11):
affliger, attrister, chagriner, chiffonner, désoler, détresser, ennuyer, inquiéter, peiner, soucier, tracasser
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά θλίβομαι, θλίβομαι στα γαλλικά, affliger στα ελληνικά
θλίβομαι στα γαλλικά