lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαρώνω στα ρωσικά

Λέξη:
σαρώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
заметать, подметать, сметать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά σαρώνω, σαρώνω συνώνυμο, σαρώνω συνωνυμα, σαρώνω ετυμολογία, σαρώνω βικιλεξικο, σαρώνω στα ρωσικά, заметать στα ελληνικά
σαρώνω στα ρωσικά