lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τσιμέντο στα ρωσικά

Λέξη:
τσιμέντο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
цемент, цементный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά τσιμέντο, τσιμέντο τιταν, τσιμέντο τιμές, τσιμέντο ταχείας πήξεως, τσιμέντο στα δάση, τσιμέντο να γίνει, τσιμέντο στα ρωσικά, цемент στα ελληνικά
τσιμέντο στα ρωσικά