lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υψόμετρο στα ρωσικά

Λέξη:
υψόμετρο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
величина, высота, высочество, вышина
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά υψόμετρο, υψόμετρο όλυμπος, υψόμετρο χορτιάτη, υψόμετρο της ψηλότερης κορυφής του μαινάλου, υψόμετρο πάρνηθας, υψόμετρο κοζάνης, υψόμετρο στα ρωσικά, величина στα ελληνικά
υψόμετρο στα ρωσικά