lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υψόμετρο στα βουλγαρικά

Λέξη:
υψόμετρο (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (2):
величина, височина
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά υψόμετρο, υψόμετρο όλυμπος, υψόμετρο χορτιάτη, υψόμετρο της ψηλότερης κορυφής του μαινάλου, υψόμετρο πάρνηθας, υψόμετρο κοζάνης, υψόμετρο στα βουλγαρικά, величина στα ελληνικά
υψόμετρο στα βουλγαρικά