lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδιότητα στα σουηδικά

Λέξη:
ιδιότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (14):
attribut, besitta, besittning, beskaffenhet, egen, egenart, egendom, egenskap, inneha, karaktär, kvalificera, särdrag, tecken, äga
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ιδιότητα, ιδιότητα του πολίτη και κοινωνική τάξη, ιδιότητα του πολίτη και εκπαίδευση, ιδιότητα του πολίτη, ιδιότητα συνώνυμα, ιδιότητα πολυτέκνου, ιδιότητα στα σουηδικά, attribut στα ελληνικά
ιδιότητα στα σουηδικά