lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ιδιότητα στα δανική

Λέξη:
ιδιότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (10):
besiddelse, besmittelse, bondegård, egen, egenart, egenskab, ejendom, gård, karakter, kvalitet
Σχετικές λέξεις:
δανική ιδιότητα, ιδιότητα του πολίτη και κοινωνική τάξη, ιδιότητα του πολίτη και εκπαίδευση, ιδιότητα του πολίτη, ιδιότητα συνώνυμα, ιδιότητα πολυτέκνου, ιδιότητα στα δανική, besiddelse στα ελληνικά
ιδιότητα στα δανική