lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθήκον στα σουηδικά

Λέξη:
καθήκον (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (14):
anfordran, anmodan, avfordran, fordran, fordring, krav, plikt, sak, skyld, skyldighet, uppdrag, uppgift, yrkande, åliggande
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά καθήκον, καθηκον συνώνυμο, καθήκον συνώνυμα, καθήκον σημασία, καθήκον ορισμός, καθήκον λεξικό, καθήκον στα σουηδικά, anfordran στα ελληνικά
καθήκον στα σουηδικά