lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατηγορία στα σουηδικά

Λέξη:
κατηγορία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (17):
ballast, barlast, belastning, bör, börda, laddning, lass, last, patron, plikt, skyldighet, tyngd, tyngde, uppgift, vekt, vikt, åliggande
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κατηγορία, κατηγορία συνώνυμα, κατηγορία ιι κατά bethesda, κατηγορία εδάφους κατά ε.α.κ. - 2000, κατηγορία διπλώματος οδήγησης ce, κατηγορία διπλώματος οδήγησης, κατηγορία στα σουηδικά, ballast στα ελληνικά
κατηγορία στα σουηδικά