lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

νικώ στα σουηδικά

Λέξη:
νικώ (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
misshandla, nedslå, slå, besegra, överträffa, stöta, dunka, prygla
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά νικώ, νικώ κλιση, νικώ κατά κράτος, νικώ αρχικοί χρόνοι, νικώ αρχαία, νικώ στα σουηδικά, misshandla στα ελληνικά
νικώ στα σουηδικά