lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαγορεύω στα τσεχική

Λέξη:
απαγορεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (5):
zakázat, zakazovat, zapovědět, bránit, zabraňovat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απαγορεύω, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω συνώνυμα, απαγορεύω στα γαλλικά, απαγορεύω στα αγγλικά, απαγορεύω μεταφραση, απαγορεύω στα τσεχική, zakázat στα ελληνικά
απαγορεύω στα τσεχική