lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαγορεύω στα φινλανδικά

Λέξη:
απαγορεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά απαγορεύω, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω συνώνυμα, απαγορεύω στα γαλλικά, απαγορεύω στα αγγλικά, απαγορεύω μεταφραση, απαγορεύω στα φινλανδικά, kieltää στα ελληνικά
απαγορεύω στα φινλανδικά