lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαγόρευση στα τσεχική

Λέξη:
απαγόρευση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (5):
inhibice, prohibice, útlum, zábrana, zákaz
Σχετικές λέξεις:
τσεχική απαγόρευση, απαγόρευση συγκεντρώσεων αύριο, απαγόρευση προσλήψεων λόγω εκλογών, απαγόρευση πλειστηριασμών 2014, απαγόρευση πλειστηριασμών, απαγόρευση λατινικά, απαγόρευση στα τσεχική, inhibice στα ελληνικά
απαγόρευση στα τσεχική