lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

απαγόρευση στα φινλανδικά

Λέξη:
απαγόρευση (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
epääminen, kieltäminen, kielto
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά απαγόρευση, απαγόρευση συγκεντρώσεων αύριο, απαγόρευση προσλήψεων λόγω εκλογών, απαγόρευση πλειστηριασμών 2014, απαγόρευση πλειστηριασμών, απαγόρευση λατινικά, απαγόρευση στα φινλανδικά, epääminen στα ελληνικά
απαγόρευση στα φινλανδικά