lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποφεύγω στα τσεχική

Λέξη:
αποφεύγω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (9):
obejít, uhnout, uhýbat, ucházet, ujít, unikat, uniknout, uprchnout, vyváznout
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αποφεύγω, ονειροκρίτης αποφεύγω, αποφεύγω συνώνυμα, αποφεύγω μετάφραση, αποφεύγω γαλλικά, αποφεύγω αντώνυμο, αποφεύγω στα τσεχική, obejít στα ελληνικά
αποφεύγω στα τσεχική