lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποφεύγω στα δανική

Λέξη:
αποφεύγω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (8):
omgå, undgå, undvige, fly, sky, slippe, undfly, undkomme
Σχετικές λέξεις:
δανική αποφεύγω, ονειροκρίτης αποφεύγω, αποφεύγω συνώνυμα, αποφεύγω μετάφραση, αποφεύγω γαλλικά, αποφεύγω αντώνυμο, αποφεύγω στα δανική, omgå στα ελληνικά
αποφεύγω στα δανική