lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ματαιώνω στα τσεχική

Λέξη:
ματαιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (6):
anulovat, odvolat, stornovat, zrušit, rušit, vyvrátit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ματαιώνω, ματαιώνω στα τσεχική, anulovat στα ελληνικά
ματαιώνω στα τσεχική