lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ματαιώνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
ματαιώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (8):
abolir, anular, cancelar, casar, rescindir, revogar, suprimir, invalidar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ματαιώνω, ματαιώνω στα πορτογαλικά, abolir στα ελληνικά
ματαιώνω στα πορτογαλικά