lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπερισχύω στα τσεχική

Λέξη:
υπερισχύω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (6):
dominovat, ovládat, převládat, převládnout, vládnout, zvítězit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική υπερισχύω, υπερισχύω συνωνυμα, υπερισχύω in english, υπερισχύω στα τσεχική, dominovat στα ελληνικά
υπερισχύω στα τσεχική