lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: υψώνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
elevate
υψώνω
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hisse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bandera, extender, izar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
appendre, arborer
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hissa
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вывесить
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hissa
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
вывесіць
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вивісити
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
wywiesić

Σχετικές λέξεις

υψώνουν τείχη