lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποδέχομαι στα φινλανδικά

Λέξη:
αποδέχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (10):
edellyttää, hyväksyä, kohdella, kunnioittaa, olettaa, omaksua, ottaa, saada, suostua, vastaanottaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αποδέχομαι, αποδέχομαι τους όρους, αποδέχομαι τον εαυτό μου, αποδέχομαι συνώνυμο, αποδέχομαι συνώνυμα, αποδέχομαι αντώνυμο, αποδέχομαι στα φινλανδικά, edellyttää στα ελληνικά
αποδέχομαι στα φινλανδικά