lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποδεικνύω στα φινλανδικά

Λέξη:
αποδεικνύω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (16):
esiintyä, esittää, ilmestyä, johtaa, koetella, koettaa, koetus, kokea, käskeä, näyte, näyttää, osoittaa, tavaranäyte, todistaa, tuntua, yrittää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αποδεικνύω, αποδεικνύω συνώνυμο, αποδεικνύω συνώνυμα, αποδεικνύω στα αγγλικα, αποδεικνύω κλιση, αποδεικνύω ετυμολογια, αποδεικνύω στα φινλανδικά, esiintyä στα ελληνικά
αποδεικνύω στα φινλανδικά