lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευκαιρία στα φινλανδικά

Λέξη:
ευκαιρία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (7):
mahdollisuus, onni, tilaisuus, omaisuus, onnetar, osa, rikkaus
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ευκαιρία, ευκαιρία συνώνυμα, ευκαιρία στα αγγλικά, ευκαιρία καριέρας, ευκαιρία ετυμολογία, ευκαιρία εργασίας, ευκαιρία στα φινλανδικά, mahdollisuus στα ελληνικά
ευκαιρία στα φινλανδικά