lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευκαιρία στα νορβηγικά

Λέξη:
ευκαιρία (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
anledning, grunn, høve, leilighet, sjanse, slump, tilfelle, formue, hell, lykke
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ευκαιρία, ευκαιρία συνώνυμα, ευκαιρία στα αγγλικά, ευκαιρία καριέρας, ευκαιρία ετυμολογία, ευκαιρία εργασίας, ευκαιρία στα νορβηγικά, anledning στα ελληνικά
ευκαιρία στα νορβηγικά