σώβρακο στα αγγλικά σώβρακο στα γερμανικά σώβρακο στα δανική σώβρακο στα ισπανικά σώβρακο στα γαλλικά σώβρακο στα ιταλικά σώβρακο στα πορτογαλικά σώβρακο στα σλοβακική σώβρακο στα πολωνική
αναπτύσσω στα πορτογαλικά δαχτυλίδι στα ουκρανικά αντίθετο στα ισπανικά αυξάνω στα τσεχική ικανότητα στα ουκρανικά
αναπτύσσω αγγλικά αντίθετο της βελτίωσης αυξάνω ή αυξάνομαι δαχτυλίδι oxette ικανότητα συνώνυμο