lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθήκον στα βουλγαρικά

Λέξη:
καθήκον (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (4):
дълг, проблема, работа, нужда
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά καθήκον, καθηκον συνώνυμο, καθήκον συνώνυμα, καθήκον σημασία, καθήκον ορισμός, καθήκον λεξικό, καθήκον στα βουλγαρικά, дълг στα ελληνικά
καθήκον στα βουλγαρικά