lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίκαιρος στα γαλλικά

Λέξη:
επίκαιρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (24):
adéquat, analogue, approprié, assortissant, bienséant, bon, commode, compétent, congru, congruent, convenable, correspondant, expédient, favorable, juste, opportun, pertinent, propice, propre, prospère, relatif, sortable, séant, utile
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά επίκαιρος, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος αντώνυμο, επίκαιρος translation, επίκαιρος στα γαλλικά, adéquat στα ελληνικά
επίκαιρος στα γαλλικά