lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίκαιρος στα νορβηγικά

Λέξη:
επίκαιρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (25):
adekvat, behørig, bekvem, beleilig, bra, egentlig, egnet, frisk, god, gunstig, heldig, høvelig, kledebon, lettvint, lykkelig, motsvarende, nem, passe, passende, rettferdig, riktig, rimelig, snill, sømmelig, tilbørlig
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά επίκαιρος, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος αντώνυμο, επίκαιρος translation, επίκαιρος στα νορβηγικά, adekvat στα ελληνικά
επίκαιρος στα νορβηγικά