lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίκαιρος στα ρωσικά

Λέξη:
επίκαιρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (12):
благополучен, благополучный, благоприятный, малоподходящий, подходящий, соответственный, соответствующий, сподручный, удобный, уместный, успешен, успешный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά επίκαιρος, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος αντώνυμο, επίκαιρος translation, επίκαιρος στα ρωσικά, благополучен στα ελληνικά
επίκαιρος στα ρωσικά