lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίκαιρος στα δανική

Λέξη:
επίκαιρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (20):
behørig, bekvem, dygtig, egentlig, egnet, fair, frisk, god, gunstig, heldig, korrekt, lykkelig, nem, passende, ret, retfærdig, rigtig, rimelig, sømmelig, tilbørlig
Σχετικές λέξεις:
δανική επίκαιρος, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος αντώνυμο, επίκαιρος translation, επίκαιρος στα δανική, behørig στα ελληνικά
επίκαιρος στα δανική