lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δελεαστικός στα γερμανικά

Λέξη:
δελεαστικός (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
appetitlich, reizend, reizvoll, verführerisch, verlockend
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά δελεαστικός, δελεαστικός στα γερμανικά, appetitlich στα ελληνικά
δελεαστικός στα γερμανικά