lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στυλοβάτης στα γερμανικά

Λέξη:
στυλοβάτης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (5):
halt, hilfe, pfeiler, stütze, unterstützung
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά στυλοβάτης, στυλοβάτης συνώνυμο, στυλοβάτης στα αγγλικα, στυλοβάτης σημασια, στυλοβάτης ορισμός, στυλοβάτης wikipedia, στυλοβάτης στα γερμανικά, halt στα ελληνικά
στυλοβάτης στα γερμανικά