lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στυλοβάτης στα σουηδικά

Λέξη:
στυλοβάτης (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
fäste, stöd, stötte
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά στυλοβάτης, στυλοβάτης συνώνυμο, στυλοβάτης στα αγγλικα, στυλοβάτης σημασια, στυλοβάτης ορισμός, στυλοβάτης wikipedia, στυλοβάτης στα σουηδικά, fäste στα ελληνικά
στυλοβάτης στα σουηδικά