lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χορηγώ στα γερμανικά

Λέξη:
χορηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (9):
anerkennen, bekennen, einlassen, gestehen, gewähren, zuerkennen, zugeben, zulassen, zusprechen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά χορηγώ, χορηγώ συνώνυμο, χορηγώ συνώνυμα, χορηγώ στα αγγλικά, χορηγώ μετάφραση, χορηγώ αντώνυμο, χορηγώ στα γερμανικά, anerkennen στα ελληνικά
χορηγώ στα γερμανικά