lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χορηγώ στα νορβηγικά

Λέξη:
χορηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (9):
bekjenne, bevilge, erkjenne, godkjenne, godta, tilkjenne, tillate, tilstå, vedgå
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά χορηγώ, χορηγώ συνώνυμο, χορηγώ συνώνυμα, χορηγώ στα αγγλικά, χορηγώ μετάφραση, χορηγώ αντώνυμο, χορηγώ στα νορβηγικά, bekjenne στα ελληνικά
χορηγώ στα νορβηγικά