lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικονομία στα δανική

Λέξη:
οικονομία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (3):
besparelse, besparing, økonomi
Σχετικές λέξεις:
δανική οικονομία, οικονομία φάσματος, οικονομία της ελλάδας, οικονομία της γνώσης, οικονομία της αγοράς, οικονομία στα καύσιμα, οικονομία στα δανική, besparelse στα ελληνικά
οικονομία στα δανική