lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικονομία στα φινλανδικά

Λέξη:
οικονομία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (3):
säästö, taloudellisuus, talous
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά οικονομία, οικονομία φάσματος, οικονομία της ελλάδας, οικονομία της γνώσης, οικονομία της αγοράς, οικονομία στα καύσιμα, οικονομία στα φινλανδικά, säästö στα ελληνικά
οικονομία στα φινλανδικά