lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικονομία στα σουηδικά

Λέξη:
οικονομία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (4):
besparelse, besparing, njugghet, sparsamhet
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά οικονομία, οικονομία φάσματος, οικονομία της ελλάδας, οικονομία της γνώσης, οικονομία της αγοράς, οικονομία στα καύσιμα, οικονομία στα σουηδικά, besparelse στα ελληνικά
οικονομία στα σουηδικά