lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλένω στα δανική

Λέξη:
πλένω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (2):
vaske, skylle
Σχετικές λέξεις:
δανική πλένω, πλένω χέρια ονειροκρίτης, πλένω τα χέρια μου, πλένω τα δόντια μου, πλένω ρούχα ονειροκρίτης, πλένω πλύνω, πλένω στα δανική, vaske στα ελληνικά
πλένω στα δανική